Τηλεργασία, τηλεκπαίδευση, κλειστά καταστήματα, απαγόρευση κυκλοφορίας πλην εξαιρέσεων. Και σχετικά άρθρα, διαδικτυακά σεμινάρια, αναρτήσεις σε κοινωνικά δίκτυα, βιντεοκλήσεις: ο (αποκλεισμένος) κόσμος μας κινείται πλέον ξανά στους ρυθμούς της καραντίνας. Σαν ένα κακό όνειρο που δεν λέει να τελειώσει, σαν μια ταινία όπου ο κακός επιστρέφει για να μας ξανατρομάξει αφού έχει πυροβοληθεί, ζούμε ακόμα μια φορά αυτό που ελπίζαμε (;) ότι δεν θα συνέβαινε: Τη διατάραξη της ζωής μας όπως την ξέραμε, ενδεχομένως για απρόβλεπτο χρονικό διάστημα.
Γιατί είναι τόσο δύσκολο το λόκνταουν; (ή το "απαγορευτικό", όπως θυμηθήκαμε πρόσφατα τον ελληνικό όρο). Ακριβώς επειδή απαγορεύει, οριοθετεί, θα πει κάποιος. Ναι, έτσι είναι, αλλά το θέμα είναι πιο πολύπλοκο από ό,τι φαίνεται με πρώτη ματιά. Ταυτόχρονα με την εκ νέου, αυστηρότερη οριοθέτηση της ζωής μας, άλλα όρια καταλύονται: το όριο ανάμεσα στην εργασία και την προσωπική ζωή, ανάμεσα στα ρούχα της δουλειάς και τις φόρμες γυμναστικής, το όριο ανάμεσα στο "μέσα" και στο "έξω". Πόσο στ' αλήθεια μας αρέσει το ό,τι άνθρωποι που αποτελούν επαγγελματικές επαφές μας ξαφνικά αποκτούν πρόσβαση στο σπίτι μας, το δωμάτιό μας, τον πιο προσωπικό μας χώρο; Και πόσο άνετα αισθανόμαστε εμείς οι ίδιοι μέσα σ' αυτό το χώρο, πόσο μας αρέσει το περιβάλλον στο οποίο ζούμε;
Το ίδιο συμβαίνει με τα πίξελ στις οθόνες μας: Οι εικόνες των συνομιλητών μας χάνουν κατά διαστήματα το όριο, το περίγραμμά τους, οι εξωλεκτικές τους αντιδράσεις κινδυνεύουν ανά πάσα στιγμή να περάσουν απαρατήρητες, τα λεγόμενά τους να χαθούν μέσα στο βόμβο από ένα μικρόφωνο που ξαφνικά ενεργοποιήθηκε σε μια διαδικτυακή συνεδρία με πολλούς συμμετέχοντες. Ταυτόχρονα, πρέπει να προσέχουμε κι εμείς μήπως αφήσαμε ανοιχτό το μικρόφωνό μας κι ακουστεί ένα κουδούνι ή η φωνή ενός παιδιού που αποζητάει την προσοχή μας. Η προσοχή είναι συνεχώς τεταμένη και όλο αυτό, φυσικά, κουράζει. Με άλλα λόγια, ενοχλεί και θυμώνει. Κι εκεί όμως καραδοκεί η εκλογίκευση: "Πάλι καλά που υπάρχει η τεχνολογία".
Σίγουρα, η τεχνολογία μας βοηθάει να διατηρούμε μια επίφαση κανονικότητας όταν κάθε ανθρώπινη επαφή θεωρείται οιονεί επικίνδυνη. Όπως όμως η πραγματικότητα της κρίσης δεν μπορούσε να παρηγορήσει τους - απογοητευμένους από την εργασία τους - εργαζόμενους ("αφού έχουν δουλειά, πάλι καλά, γιατί παραπονούνται", ήταν η μόνιμη επωδός) το ίδιο και η τεχνολογία δεν μπορεί να αναιρέσει το πένθος για την απώλεια, έστω προσωρινή αλλά ακόμα χωρίς προβλέψιμο χρονικά τέλος, της παλιάς μας ζωής. Ούτε μπορεί να επαναφέρει την ικανοποίηση μιας βασικής ανθρώπινης ανάγκης που εκπληρώνεται μέσα από την εργασία: της δια ζώσης κοινωνικοποίησης, που τόσο μας λείπει όσο εντείνεται η εικονική, κολοβή κοινωνικοποίηση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Η πανδημία ενεργοποιεί σημαντικά υπαρξιακά ζητήματα σε όλους κι ας μην τα αναγνωρίζουμε. Αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με το φόβο του θανάτου (ή των "θανάτων" με τους οποίους ασχολούνται πλέον οι ειδήσεις καθημερινά) αλλά και με το φόβο της ζωής: Μιας ζωής χωρίς νόημα που, όταν οι εξωτερικές αποσπάσεις παύουν, το βάρος της γίνεται αφόρητο. Όπως ακριβώς η οικονομική κρίση σήμανε την ώρα της αλήθειας για πολλές σχέσεις που μέχρι τότε έβρισκαν διέξοδο στην από κοινού πρόσκαιρη απόλαυση (σε κοινωνικές εξόδους, ταξίδια, αγορές), έτσι και τώρα η σίγαση πολλών εξωτερικών θορύβων κάνει εκκωφαντική την απώλεια νοήματος που αισθάνονται οι άνθρωποι για την εργασία τους, ενδεχομένως και πέρα από αυτή.
Αν η ζωή μας πλήττεται (ή αναθεωρείται) με τόσο βίαιο τρόπο τι μένει να κάνουμε, αλήθεια;
Καταρχάς να αποδεχτούμε, στο βαθμό του δυνατού για εμάς, ότι δεν έχουμε όλες τις απαντήσεις σε κάτι που ακόμα κανείς, ούτε οι ειδικοί, δεν γνωρίζει σε βάθος ως φαινόμενο. Θα πάρει αρκετό χρόνο για να δούμε τις μεσομακροπρόθεσμες συνέπειες της πανδημίας και της καραντίνας, τόσο πάνω στην οικονομία όσο και πάνω στους ανθρώπους. Δεν μπορούμε να είμαστε "τέλειοι" τηλεργαζόμενοι (ούτε και τέλειοι εργαζόμενοι, γενικότερα), να προβλέπουμε πάντα έγκαιρα την κάθε ανεπάρκεια της τεχνολογίας ή των ανθρώπων σε σχέση με αυτή, συμπεριλαμβανομένου του εαυτού μας. Κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε υπό πρωτόγνωρες συνθήκες και αυτό μπορεί να είναι παραπάνω από επαρκές για την περίσταση.
Στη συνέχεια, η οριοθέτηση που δεχόμαστε μπορεί να γίνει και από εμάς: οριοθέτηση των ωρών που περνάμε εργαζόμενοι από το σπίτι με τα διαλείμματα που χρειαζόμαστε για να κρατήσουμε την ισορροπία μας και τήρηση προτεραιοτήτων ώστε η εργασία μας να είναι πιο δομημένη και άρα με λιγότερο άγχος. Το γεγονός ότι εργαζόμαστε από την τραπεζαρία ή τον καναπέ μας δεν σημαίνει ότι δεν εργαζόμαστε: για την ακρίβεια, η μοναχικότητα και η έλλειψη της δομής του χώρου εργασίας μπορεί για πολλούς να κάνει την εργασία ακόμα πιο κουραστική και αγχογόνο.
Έχουν πει και γράψει πολλοί για την ανάγκη επικοινωνίας των ανθρώπων στο κατακερματισμένο αυτό περιβάλλον. Η έλλειψη άμεσης επαφής με άλλους ανθρώπους ενισχύει, μεταξύ άλλων, την παρανοϊογένεση: "Μου είπε αυτό, αλλά τι εννοεί πραγματικά;" ή "Δεν έχουμε μιλήσει για τρεις μέρες, κάτι συμβαίνει και μου έχει θυμώσει". Θα ήταν ευχής έργο αν καθιερωνόταν, έστω με αφορμή την πανδημία, μια "ώρα αλήθειας" κάθε εβδομάδα κατά την οποία οι εργαζόμενοι (αλλά, γιατί όχι, και οι φίλοι και οι σύντροφοι) θα μπορούσαν άφοβα να πουν οτιδήποτε τους απασχολεί ή τους ενοχλεί αλλά και οτιδήποτε καλό μπορεί να έχει περάσει απαρατήρητο και αφορά τη σχέση τους. Χωρίς άμεση απάντηση, χωρίς κριτική αλλά με την υπόσχεση του άλλου να σκεφτεί αυτό που ειπώθηκε.
Ναι, η πανδημία είναι ένα πένθος - ακόμα κι αν είναι προσωρινό - για έναν προηγούμενο τρόπο ζωής που δοκιμάζεται. Αλλά στο πένθος, μετά την άρνηση, το θυμό και τη θλίψη έρχεται η αποδοχή και η ελπίδα: Μπορεί να μη μας αρέσει η δουλειά μας ή άλλες πλευρές τις ζωής μας, αλλά προλαβαίνουμε να κάνουμε κάτι για να την αλλάξουμε. Κάποια νέα εκπαίδευση, αλλαγή ή εμπλουτισμός αντικειμένου, ένα πρόγραμμα αυτογνωσίας, ακόμα κι ένα χόμπι με το οποίο πάντοτε θέλαμε να ασχοληθούμε αλλά δεν είχαμε μπορέσει μέχρι τώρα. Η ζωή συνεχίζεται μέσα από τις απώλειες, αυτό είναι σίγουρο - αλλά και κάθε μέρα που περνάει είναι μια μικρή απώλεια όταν τη ζούμε μακριά από τις επιθυμίες μας.
.
Comments